Ανήκει στην οικογένεια των Αλκυονιδών Είναι αποδημητικό πτηνό, το κοινώς λεγόμενο ψαροπούλι ή θαλασσοπούλι ή και ακόμα μπιρμπίλι της θάλασσας.
Στην Ελλάδα φθάνει περίπου περί το τέλος του Καλοκαιριού, αρχές Σεπτεμβρίου και αναχωρεί περί τα τέλη Μαρτίου.
Είναι ένα πολύ μικρό πουλί στο μέγεθος περίπου του σπουργιτιού με έντονα χρώματα, μεγάλο κεφάλι και ράμφος, κοντή ουρά.
Το ενήλικο αρσενικό έχει πράσινο - μπλε το πάνω μέρος του κεφαλιού και ράχη γαλάζια. Το ράμφος του είναι σκούρο μπλε – μαύρο, το στήθος του έντονο πορτοκαλί -κόκκινο, όπως και τα πόδια του.
Αποτελεί έναν καλό δείκτη για την ποιότητα των νερών του ποταμού. Τρέφεται κυρίως με ψάρια που πιάνει βουτώντας στο νερό. Κινείται πολύ γρήγορα κοντά στην επιφάνεια του νερού, δίνοντας την εντύπωση μιας γαλάζιας αστραπής.
Επειδή πρέπει να τρώει καθημερινά ποσότητα τροφής ίσης με το 60% του βάρους του, χρειάζεται μια μεγάλη επικράτεια (από 1 έως 3,5 km). Έτσι, όταν στην περιοχή του εμφανιστεί και άλλο άτομο του είδους του, γίνονται μάχες για την επικράτηση κατά τις οποίες το ένα προσπαθεί να αρπάξει το ράμφος του άλλου και να το κρατήσει κάτω από το νερό.
Το ζευγάρωμα ξεκινά από το Σεπτέμβριο. Για τη φωλιά διαλέγουν μια χαμηλή κατακόρυφη όχθη του ποταμού που συνήθως σκάβουν από κοινού. Αυτή έχει μήκος 60 – 90 cm. Συνήθως γεννά 5 – 7 αυγά και η εκκόλαψη διαρκεί 19 – 20 ημέρες. Αυτά είναι άσπρα και γυαλιστερά και ζυγίζουν περίπου 4,3 gr. Από αυτά ένα ή δυο δεν εκκολάπτονται γιατί δεν σκεπάζονται από το σώμα του πουλιού. Κατά τη διάρκεια της ημέρας αρσενικό και θηλυκό εναλλάσσονται στην εκκόλαψη. Τη νύχτα εκκολάπτει μόνο το θηλυκό. Οι νεοσσοί παραμένουν στη φωλιά για 24 – 35 ημέρες και στη συνέχεια αναζητούν μόνοι την τροφή τους, γεγονός που δεν είναι καθόλου εύκολο, αφού μόνο το 50% από αυτούς θα επιζήσει σε αυτή την προσπάθεια.
Η αλκυόνη απειλείται από την άνοδο της στάθμης των νερών που καταστρέφει τη φωλιά της, από τις γάτες και τα ποντίκια, από τα έργα διαμόρφωσης των ποταμών, από τη μόλυνση των νερών. Πολύ λίγα άτομα καταφέρουν να ζήσουν πάνω από ένα χρόνο.
Οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν πως το πουλί ήταν η Αλκυόνη, κόρη του θεού των ανέμων Aίολου, που ο Δίας μεταμόρφωσε σε πτηνό μετά την αυτοκτονία της λόγω του θανάτου του αγαπημένου της, Κύηκα. Μάλιστα επειδή οι αλκυόνες γεννούν τα αυγά τους τον Ιανουάριο σε φωλιές μέσα στους βράχους, ο Δίας επέτρεψε στον ήλιο να λάμπει δυνατά και να ζεσταίνει τις αλκυόνες μέχρι να επωαστούν τα αυγά τους. Οι ζεστές αυτές μέρες του Γενάρη ονομάστηκαν γι' αυτό το λόγο αλκυονίδες μέρες